Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
ευγαμώ — εὐγαμῶ, έω (Α) [εύγαμος] συνάπτω ευτυχισμένο γάμο, καλοπαντρεύομαι … Dictionary of Greek
καλοπέφτω — συνάπτω καλό, ευτυχισμένο γάμο, πέφτω καλά, σε καλούς ανθρώπους, καλοπαντρεύομαι … Dictionary of Greek